Για τους περισσότερους η Άνοιξη είναι η ομορφότερη εποχή του χρόνου. Το μεγαλείο της φύσης, τα χρώματα, οι μυρωδιές, ο έρωτας που ανθίζει μαζί με τα λουλούδια, απογειώνουν τις αισθήσεις.

Οι Έλληνες ποιητές έγραψαν γι’ αυτή τα πιο ωραία τους ποιήματα. Υποδεχόμαστε την πρώτη μέρα της Άνοιξης με αρκετά από τα ωραιότερα ποιήματα των ποιητών μας που την εξυμνούν και την αποθεώνουν.

Η Άνοιξη στην καρδιά μας

Η πραγματική «άνοιξη» ωστόσο, αυτήν που ο καθένας μας βιώνει μέσα του, έρχεται όταν εσωτερικά νιώθουμε έτοιμοι να μας κυριεύσει.

Για κάποιους, αυτή η στιγμή μπορεί να καθυστερήσει. Όταν, όμως, έρθει, η ψυχολογία αλλάζει, ο κόσμος ομορφαίνει και ο «χειμώνας» χάνεται.


Την Άνοιξη αν δεν τη βρεις, τη φτιάχνεις

«Την Άνοιξη αν δεν τη βρεις, τη φτιάχνεις», έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης στο Εκ του πλησίον, ενώ στη Μαρία Νεφέλη θα γράψει: «το νου σας: από μας η άνοιξη εξαρτάται».

Η Άνοιξη στην Ελληνική ποίηση

Η Άνοιξη δεν θα μπορούσε παρά να είναι σταθερό λογοτεχνικό μοτίβο στο έργο πολλών ποιητών, οι οποίοι ταυτίζουν το πάθος, τη χαρά της ζωής με την άνοιξη και τα χρώματά της.

Πολλοί οι  στίχοι που αφιερώνονται στην ωραιότερη εποχή για να μας θυμίζουν όσα χάνουμε, αν την κρατούμε μακριά μας. Σας παρουσιάζουμε τα ποιήματα που μας αρέσουν περισσότερο:


Δοκιμασία, VII,3-7(Απόσπασμα)

Κάθε λουλούδι έχει τη θέση του στον ήλιο
κάθε άνθρωπος έχει ένα όνειρο
κάθε άνθρωπος
έχει έναν ουρανό πάνου από την πληγή του
κι ένα μικρό παράνομο σημείωμα της Άνοιξης μέσα στην τσέπη του.
Γιάννης Ρίτσος

Σταγόνες φωτός και βροχής (Απόσπασμα)

Σταγόνες φωτός και βροχής
Είναι ένα φως γύρω μας και μέσα μας, που δε στερεύει
Δε χωράει ο πόνος μας μέσα στο φως. Ας τον διώξουμε, θα τον διώξουμε.
Όπου και να ψάξεις είναι φως. Το φως κερδίζει απ΄ την αρχή τα χέρια μας.
Είναι Άνοιξη πια, δε χωράει η πίκρα μέσα στο φως.
Να λες: ουρανός, κι ας μην είναι.
Γιάννης Ρίτσος

 

Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού

Απόψε κοιμηθήκαμε στην αγκαλιά της Άνοιξης
ακουμπώντας το κεφάλι στην καρδιά της
ακούγαμε στον ύπνο μας τις ανάσες των πουλιών και την καρδιά μας.
Το πρωί που ξυπνήσαμε είδαμε τον ουρανό να περπατάει στην κάμαρά μας
σα γαλανό πουλί με χρυσά μάτια, που τσίμπαγε τα ψίχουλα των σκιών
που μείνανε από χθες βράδυ στο πάτωμα.
Το χώμα ποτίστηκε με φως. Δε ξεχωρίζεις φως και χώμα.
Άνοιξαν τα παράθυρα και μπήκαν μέσα τα λουλούδια
σαν ένα εύθυμο στράτευμα με κόκκινα τύμπανα και χρυσές τρομπέτες
που γυρίζει απ΄ το χθεσινό μας κήπο στη σημερινή μας καλοσύνη
Εμείς μαζεύουμε παπαρούνες και φτιάχνουμε κόκκινα ματογυάλια
και βάφουμε κόκκινο το μούτρο της γριάς βροχής
και χτυπάμε παλαμάκια κάθε φορά που ένα μπουμπούκι
σκάει απάνω στο ξερό κλαδί
Στις ξανθές πλεξούδες της Άνοιξης φύτρωσαν γαλανά κρινάκια.
Μια στιγμή να νιφτούμε και φθάσαμε.
Γιάννης Ρίτσος

Φύλλα ημερολογίου – 12-

Άνοιξη δεν είναι παρά η νοσταλγία σου
για εκείνες τις λίγες ώρες, που έζησες στη γη
Τάσος Λειβαδίτης

Κράτα την άνοιξη

Μην τους πιστεύεις έλεγες, κούφια τα λόγια τους, παίζουν με την ελπίδα
κι εγώ μιλούσα για την Άνοιξη
Δυο κουκίδες σε μιαν ανθρωποθάλασσα, που πίστευε στην Άνοιξη εμείς.
Εσύ να παίζεις την εικόνα μου στα μάτια σου και να λες
κράτα την Άνοιξη μέσα σου γιατί δε θάρθει καθώς λες
Εγώ έχω εσένα, έλεγες, μια κιθάρα και
την πλάτη φορτωμένη όνειρα.
Γιώργος Δουατζής


Το άξιον εστί – Μέρος Β’: Τα πάθη

Ένα το χελιδόνι
κι η Άνοιξη ακριβή
Για να γυρίσει ο ήλιος
θέλει δουλειά πολλή
Θέλει νεκροί χιλιάδες
να ’ναι στους Τροχούς
Θέλει κι οι ζωντανοί
να δίνουν το αίμα τους

Θε μου Πρωτομάστορα
μ’ έχτισες μέσα στα βουνά
Θε μου Πρωτομάστορα
μ’ έκλεισες μες στη θάλασσα!

Πάρθηκεν από Μάγους
το σώμα του Μαγιού
Το ’χουνε θάψει
σ’ ένα μνήμα του πέλαγου
Σ’ ένα βαθύ πηγάδι
το ’χουνε κλειστό
Μύρισε το σκοτάδι
κι όλη η Άβυσσο.

Θε μου Πρωτομάστορα
μέσα στις πασχαλιές και Συ
Θε μου Πρωτομάστορα
μύρισες την Ανάσταση!
Οδυσσέας Ελύτης

 

Άνοιξη

Έφτασ’ η ώρια Άνοιξη -το λεν τα χελιδόνια-

κι ο σκυθρωπός Χειμώνας εκίνησε να φύγει·

του στέλνει κείνη λούλουδα, αυτός της ρίχνει χιόνια,

και με τ’ αθώο γέλιο της τα δάκρυά του σμίγει.

Στο γαλανό παλάτι του ο Φοίβος τριγυρίζει και,

χύνοντας, αφόβιστα ολόχρυσες αχτίδες,

σ’ ό,τι στο δρόμο του βρεθεί το χρώμα του χαρίζει

κι αφήνει πίσω του χαρά και άσβεστες ελπίδες.

Τα δέντρα πρασινίσανε και γιόμισαν λουλούδια·

του πιστικού ακούγεται η γέρικη φλογέρα να

σιγολέει άφταστα κάθε πρωί τραγούδια,

και τα πουλιά να κελαηδούν τον ύμνο τους στη μέρα.

Παντού ξεχύνετ’ η χαρά. Μόνον εσύ, μικρή μου,

βλέπεις τις τόσες ομορφιές με μάτια δακρυσμένα.

Έλα να βρεις παρηγοριά στ’ ολόθερμο φιλί μου!

Επρόβαλε η Άνοιξη! Ξέχνα τα περασμένα!
Κώστας Καρυωτάκης

 

Μεσιτείες

“Με γυροφέρνει η άνοιξη

αλλά εγώ άλλη φορά/ πορεία δεν αλλάζω για ένα έαρ.

Ας μοιάζει μ’ οτιδήποτε το σούρουπο.

Δεν θα ποτίζω με το αίμα μου ομοιότητες.

Τα όνειρα που είδα/ αποδειχτήκαν ανυπόληπτα:

πήγαν και μ’ άλλους ύπνους.

Όχι δεν παίρνω άλλο διαταγές.

Όταν μου λέγανε τα σύννεφα ταξίδευε/ ταξίδευα

κι όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενε/ περίμενα.

Όχι, δεν παίρνω άλλες διαταγές.

Τα δούλεψα πιστά τα διαλυτά.

Με γυροφέρνει από χθες η άνοιξη.

Μια νεραντζιά με κοίταξε/ με διάθεση υπόπικρη,

και μου ‘κλεισε το δρόμο/ μια μυρωδιά επιστροφής.

Με παζαρεύει η τοκογλύφος μνήμη:

για να μου δώσει έναν Μάιο παλιό

μαζί και με τις νεραντζιές,

για να μου δώσει κυρίως τη μορφή,

που στη μεταφορά της

από σταθμό της λύπης σε σταθμό

χτυπήθηκε στα μάτια και στο στόμα

-γι αυτά πληρώνεις-,/ μου παίρνει ένα μέλλον.”
Κική Δημουλά


Όταν μιαν άνοιξη

Όταν μιαν άνοιξη χαμογελάσει

θα ντυθείς μια καινούργια φορεσιά

και θα ‘ρθεις να σφίξεις τα χέρια μου

παλιέ μου φίλε

Κι ίσως κανείς δε σε προσμένει να γυρίσεις

μα εγώ νιώθω τους χτύπους της καρδιάς σου

κι ένα άνθος φυτρωμένο στην ώριμη,

πικραμένη σου μνήμη

Κάποιο τρένο, τη νύχτα, σφυρίζοντας,

ή ένα πλοίο, μακρινό κι απροσδόκητο

θα σε φέρει μαζί με τη νιότη μας

και τα όνειρά μας

Κι ίσως τίποτα, αλήθεια, δεν ξέχασες

μα ο γυρισμός πάντα αξίζει περισσότερο

από κάθε μου αγάπη κι αγάπη σου

παλιέ μου φίλε
Μανόλης Αναγνωστάκης

Άνοιξη

Άνοιξη! Ο ήλιος χρυσαφιού πλημμύρα. Μάγια, μύρα
παντού, και σ’ αγαπώ, σε καρτερώ.
Βραδύνεις κι’ υποψιάζομαι, ζηλεύω, δε σου πήρα
όλης σου της ψυχής το θησαυρό.

Τα λόγια σου! Ω, τα λόγια σου, μια υπόσχεση που καίει,
μια υπόσχεση που αργεί πολύ να ‘ρθεί.
Τ’ ακούω παντού, δεν παύουνε. Μέσα τους καίει κλαίει,
μέσα τους τρέμει η αγάπη σου, προτού μοιραία χαθεί.

Τα λόγια σου με μέθυσαν τη μέθη του θανάτου
κι’ ακόμα δεν εσίγησαν. Μιλούν
και με τρελαίνουν, με μεθούν, με φέρνουν πιο σιμά του,
ενώ πιο ακαταμάχητα στην ύπαρξη καλούν.
Πολυδούρη Μαρία

Εικόνες της άνοιξης που εγώ θα λείπω

1. Σπάνε τα πρώτα κύματα
της άνοιξης
πάνω στους κυματοθραύστες
των ματιών σου.

2. Τα στροφεία ενός σμήνους μελισσών
μπλέκονται στα μαλλιά σου
κι εσύ απρόθυμα να διώχνεις
το μελισσοφάγο του φιλιού μου.

3. Ανθισμένο τοπίο διαίσθησης
απροστάτευτη στην ερημιά της πόλης
κι εγώ παλεύω με τους χρησμούς
και τους ανυποψίαστους.

4. Σκάει στα χέρια σου απρόσμενα
ο εκρηκτικός μηχανισμός ενός άνθους
κι εσύ γελάς λαβωμένη
από χρώματα κι αρώματα

5. Στα υψίπεδα του ονείρου
εσύ των βυθών εξόριστο κοχύλι
εγώ στο ορυκτό της άνοιξης
ζωγραφιστός τριλοβίτης
Κι όμως συνομιλούμε.
Γιάννης Τόλιας


Η άνοιξη είναι ανερμήνευτη

Οι εποχές δεν νοιάζονται για την παρουσία μας.
Έχουν το δικό τους ρυθμό δημιουργίας.
Παγερά αδιαφορούν για τα συναισθήματάμας.
Η άνοιξη είναι ανερμήνευτη

Εμείς αυθαίρετα χρησιμοποιούμε το εξαίσιο σκηνικό της
για τα δικά μας, εφήμερα δράματα.
Πάντα θα είμαστε οι θεατές του οργασμού της.
Ανεπαρκείς των ημερών για να τον περιγράψουμε.
Γιάννης Τόλιας

 

Διαβάζοντας ένα ποίημα

Διάβαζα ένα ποίημα για την άνοιξη
όταν την είδα
να έρχεται από μακριά:
μισή γυναίκα,
μισή όνειρο.

Κατέβαινε το μονοπάτι κάτω
στεφανωμένη
με άνθη κερασιάς.
Τότε κατάλαβα
τι δύναμη έχουν τα ποιήματα.
Χρίστος Λάσκαρης

 

Η Άνοιξη

Χλοϊζει καινούρια ελπίδα η λαγκαδιά
Κάποιο γλυκοκελάϊδισμα σκορπά στη φύση
η νιόχτιστη χελιδονοφωλιά.

Τρέμει η φωνή στα χείλη τα δειλά, που θα σκορπίσει
τη Φύση ό,τι φτερώνει την καρδιά.

Τώρα το κύμα το κινά μια νέα πνοή
κι ήμερα πια στην αμμουδιά το σέρνει
στην αγκαλιά τη μυστικιά του πέλαου αρμονία φέρνει
και στ’ ακρογιάλι τη σκορπά μ’ ένα φιλί.

Μέσα στ’ απίστευτο όνειρο μεθά η δειλή ψυχή
μεθά κι η ελπίδα από το θάμα μαγεμένη
Νέες χαρές χαμογελούν μες απ’ τη νέα ζωή.
Η Άνοιξη είμαι ‘γώ η λατρεμένη.
Μίκης Θεοδωράκης
1943

Άνοιξη σ’ αγαπώ

Άνοιξη σ’ αγαπώ
Μοιάζεις με την ειρήνη.
Μοιάζεις με τις μητέρες
που θήλασαν τα βρέφη
στις εικόνες του Ραφαήλ.

Μοιάζεις με το χαμόγελο
μέσα στη μουσική.
Μου θυμίζεις το Θεό
που γράφει για την αγάπη
σε μεγάλα κατεβατά
σελίδων με αστέρια
στροφές ποταμών
και ποιήματα.
Νικηφρόρος Βρεττάκος

Μαργαρίτα

Άκουσε το αχνοσάλεμα της νύχτας
και κρύφτη φοβισμένη πίσω από τα χέρια μου.
Ανοίγω την πόρτα να ιδώ:
Ο κόσμος λάμπει σαν άστρο.
Άνοιξη σ’ αγαπώ…
Νικηφρόρος Βρεττάκος


Οι κερασιὲς θ᾿ ἀνθίσουν καὶ φέτος

Οἱ κερασιὲς θ᾿ ἀνθίσουνε καὶ φέτος στὴν αὐλὴ
καὶ θὰ γεμίσουν μ᾿ ἄνθια τὸ παρτέρι.
Πικρὴ ποὺ εἶν᾿ ἡ Ἄνοιξη σὰν εἶσαι δίχως ταίρι!
Πικρὴ πού ῾ν᾿ ἡ ζωή!

Ἄνοιξε τὸ παράθυρο στὴ πρωϊνὴ γιορτή,
γιὰ νά ῾μπουν οἱ μοσχοβολιὲς ἀπὸ τὸ περιβόλι.
Ἂχ κάθε του τριαντάφυλλο καὶ μία πλήγη ἀπὸ βόλι,
εἶναι γιὰ ῾σὲ ποιητή!

Κουράστηκα νὰ σὲ καρτερῶ, Ἔρωτα καὶ νὰ λιώνω,
῾πὰ στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς σκυμμένος, μιὰ ζωή.
Μ᾿ ἂν ἤτανε νὰ ῾ρχόσουνα γιὰ ἕνα ἔστω πρωΐ,
χίλια θὲ νά ῾δινα πρωϊνά, νὰ ζήσω ἐκεῖνο μόνο.
Μενέλαος Λουντέμης

 

Δύο τραγούδια τῆς Ἄνοιξης

Ι
Μοῦ φαίνεται, πὼς ἡ ἄνοιξη
Σὰν κελαηδᾶ μὲ τρέμει
Μὴν τῆς ζητήσω ἕνα σκοπὸ
Νὰ δώσει τοῦ ἔρωτά μου
Μὴν τῆς ζητήσω ἕνα φιλὶ
Νὰ σοῦ φιλήσω τὴν καρδιὰ
Νὰ σοῦ χαρίσω δυὸ φτερὰ
Καὶ νὰ σὲ δῶ δικιά μου

ΙΙ
Ἔλα νὰ δεῖς τὴν ἄνοιξη ποὺ περπατάει
Ποὺ μὲ τὰ σύννεφα ἀγκαλιὰ μᾶς χαιρετάει
Ἔλα νὰ δεῖς τὴν κόρη μου πῶς ἔγινε μεγάλη
Καὶ τραγουδάει μὲ μιὰ φωνὴ ποὺ δὲν ἦταν δικιά της

Καὶ τραγουδάει μ᾿ ἕνα παλμὸ ποὺ εἶναι τοῦ κόσμου ὅλου
Σὰν νὰ βρέχει τὰ χείλια της στὴ βρύση τ᾿ οὐρανοῦ
Σὰν νὰ πετάει ἡ καρδούλα της μὲ κάθε χελιδόνι
Καὶ νὰ μὴν ξέρει ἡ ἄνοιξη ἂν εἶν᾿ δικιά της κόρη!
Γιώργος Σαραντάρης

Πληγωμένη Άνοιξη

Η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της
οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους
κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα
συνάζει στάλα-στάλα το αίμα
απ’ όλες τις σημαίες που πονέσανε
από τα κυπαρίσσια που σφάχτηκαν
για να χτιστεί ένα πύργος κατακόκκινος
μ’ ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θά ‘ρχεται ένα σύννεφο
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θά ‘ρχεται ένα ξίφος
το σύννεφο θ’ ανάβει τα γαρίφαλα
το ξίφος θα θερίζει το κορμί της
Μίλτος Σαχτούρης

 

Πατρίδα

Πάλε ξυπνάει της άνοιξης τ᾿ αγέρι
στην πλάση μυστικής αγάπης γλύκα,
σαν νύφ᾿ η γη, πόχει άμετρα άνθη προίκα,
λάμπει ενώ σβηέται της αυγής τ᾿ αστέρι.

Πεταλούδες πετούν ταίρι με ταίρι,
εδώ βουίζει μέλισσα, εκεί σφήκα·
τη φύση στην καλή της ώρα εβρήκα,
λαχταρίζει η ζωή σ᾿ όλα τα μέρη.

Κάθε μοσχοβολιά και κάθε χρώμα,
κάθε πουλιού κελάηδημα ξυπνάει
πόθο στα φυλλοκάρδια μου κι ελπίδα
να σού ξαναφιλήσω τ᾿ άγιο χώμα,
να ξαναϊδώ και το δικό σου Μάη,
όμορφή μου, καλή, γλυκειά πατρίδα.
Λορέντζος Μαβίλης


Ἄνοιξη μ.Χ.

Πάλι μὲ τὴν ἄνοιξη
φόρεσε χρώματα ἀνοιχτὰ
καὶ μὲ περπάτημα ἀλαφρὺ
πάλι μὲ τὴν ἄνοιξη
πάλι τὸ καλοκαίρι
χαμογελοῦσε.

Μέσα στοὺς φρέσκους ροδαμούς
στῆθος γυμνὸ ὡς τὶς φλέβες
πέρα ἀπ᾿ τὴ νύχτα τὴ στεγνὴ
πέρα ἀπ᾿ τοὺς ἄσπρους γέροντες
ποὺ συζητοῦσαν σιγανὰ
τί θά ῾τανε καλύτερο
νὰ παραδώσουν τὰ κλειδιὰ
ἢ νὰ τραβήξουν τὸ σκοινὶ
νὰ κρεμαστοῦνε στὴ θηλιὰ
ν᾿ ἀφήσουν ἄδεια σώματα
κεῖ ποὺ οἱ ψυχὲς δὲν ἄντεχαν
ἐκεῖ ποὺ ὁ νοῦς δὲν πρόφταινε
καὶ λύγιζαν τὰ γόνατα.

Μὲ τοὺς καινούργιους ροδαμούς
οἱ γέροντες ἀστόχησαν
κι ὅλα τὰ παραδώσανε
ἀγγόνια καὶ δισέγγονα
καὶ τὰ χωράφια τὰ βαθιὰ
καὶ τὰ βουνὰ τὰ πράσινα
καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ βιός
τὴ σπλάχνιση καὶ τὴ σκεπὴ
καὶ ποταμοὺς καὶ θάλασσα
καὶ φύγαν σὰν ἀγάλματα
κι ἄφησαν πίσω τους σιγὴ
ποὺ δὲν τὴν ἔκοψε σπαθὶ
ποὺ δὲν τὴν πῆρε καλπασμός
μήτε ἡ φωνὴ τῶν ἄγουρων
κι ἦρθε ἡ μεγάλη μοναξιὰ
κι ἦρθε ἡ μεγάλη στέρηση
μαζὶ μ᾿ αὐτὴ τὴν ἄνοιξη
καὶ κάθισε κι ἀπλώθηκε
ὡσὰν τὴν πάχνη τῆς αὐγῆς
καὶ πιάστη ἀπ᾿ τ᾿ ἀψηλὰ κλαδιὰ
μέσ᾿ ἀπ᾿ τὰ δέντρα γλίστρησε
καὶ τὴν ψυχή μας τύλιξε.

Μὰ ἐκείνη χαμογέλασε
φορώντας χρώματα ἀνοιχτὰ
σὰν ἀνθισμένη ἀμυγδαλιὰ
μέσα σε φλόγες κίτρινες
καὶ περπατοῦσε ἀνάλαφρα
ἀνοίγοντας παράθυρα
στὸν οὐρανὸ ποὺ χαίρονταν
χωρὶς ἐμᾶς τοὺς ἄμοιρους.
Κι εἶδα τὸ στῆθος της γυμνὸ
τὴ μέση καὶ τὸ γόνατο
πῶς βγαίνει ἀπὸ τὴν παιδωμὴ
νὰ πάει στὰ ἐπουράνια
ὁ μάρτυρας ἀνέγγιχτος
ἀνέγγιχτος καὶ καθαρός,
ἔξω ἀπ᾿ τὰ ψιθυρίσματα
τοῦ λαοῦ τ᾿ ἀξεδιάλυτα
στὸν τσίρκο τὸν ἀπέραντο
ἔξω ἀπ᾿ τὸ μαῦρο μορφασμὸ
τὸν ἱδρωμένο τράχηλο
τοῦ δήμιου π᾿ ἀγανάχτησε
χτυπώντας ἀνωφέλευτα.

Ἔγινε λίμνη ἡ μοναξιὰ
ἔγινε λίμνη ἡ στέρηση
ἀνέγγιχτη κι ἀχάραχτη.
Γ. Σεφέρης

 

Τα ετεροθαλή

Άνοιξη θρύψαλο μενεξεδί

Άνοιξη χνούδι περιστέρας

Άνοιξη σκόνη μυριόχρωμη

[…]

Άνοιξη πίκρισμα του σκίνου

Άνοιξη άζωτο της αμασχάλης

Άνοιξη σουσάμι αόρατο

[…]

Άνοιξη μυρμηγκιά της μέρας

Άνοιξη αίμα του βολβού

Άνοιξη οπλοπολυβόλο απύλωτο

Στων ωραίων γυναικών τα χέρια

Όπου τύχει

Ριπές θανάτου

Εκατομμύρια σπερματοζωάρια

Στων ωραίων γυναικών τα χέρια

Τα δυνατά λουλούδια με τον ήλιο μέσα τους

[…]

Άνοιξη τσίτι τσιτωμένο

Άνοιξη σφήκα του χεριού

Άνοιξη «μη» «θα μας δούνε τέρας»

[…]

Άνοιξη μούρο αδάγκωτο

Άνοιξη βιδωτό φιλί

Άνοιξη χάσμα της λιποθυμιάς

[…]

Άνοιξη 37 και 2

Άνοιξη Love Amour και Liebe

Άνοιξη no nein και non.

[…]

Άνοιξη δόντι λυσσαλέο

Άνοιξη φούξια του παροξυσμού

Άνοιξη αρτεσιανό ηφαίστειο

[…]

Άνοιξη σάλτο της ακρίδας

Άνοιξη μήτρα σκοτεινή

Άνοιξη πράξη ακατονόμαστη

[…]

Άνοιξη άνοιξη σαλπάροντας

Άνοιξη άνοιξη σημαιοστόλιστη

Άνοιξη «αντίο αντίο παιδιά!»
Οδυσσέας Ελύτης

Το αίμα της άνοιξης (Ψυχοστασία)

Ετούτη η Άνοιξη έχασε πολύ αίμα
Άνοιξη όλο καρδιά
Άνοιξη όλο ξεκίνημα
Ετούτη η Άνοιξη πληγώθηκε βαριά.
Νιότη μας, έχασες πολύ αίμα
μάτωσαν όλες οι αυγές, βαρύνανε τα αρώματα
Όμως παλέψαμε σκληρά
για να μη γίνουμε του πόνου παίγνια, για να μην πούμε:
“Φτάνει πια, αρκετά βασανίστηκε ο άνθρωπος στη γη.
Τώρα ας χαθούμε. Ας παραδώσουμε την ελπίδα στον όλεθρο
κι ας συντριφτεί το μέτωπό της στα παγωμένα σκαλοπάτια των μνημείων
κι ας σαλπίσει υποχώρηση το θάρρος”.
Για να μην πούμε: “Φτάνει πια”
και μείνουν οι οχιές να γεννούν οχιές
τα τέλματα να ξερνούνε τέλματα
και δεν είναι πια στόματα να φιλιούνται
και δεν είναι πια δάχτυλα να παρηγορούν
βήματα να θροΐζουν την Άνοιξη(…..)
Γι αυτό παλέψαμε σκληρά.
Αλύγιστοι καταμεσί στη θύελλα
καταχτήσαμε την αστραπή της δύσκολης ελπίδας.
Βύρων Λεοντάρης


Αστροσκοπείο

Να κριθεί κάθε Άνοιξη από τη χαρά της,
από το χρώμα του το κάθε λουλούδι,
από το χάδι του το κάθε χέρι,
από το ανατρίχιασμά του το κάθε φιλί.
Μίλτος Σαχτούρης

 

Για μια άνοιξη στην Αθήνα

Άνοιξη θρύψαλο μενεξεδί
Άνοιξη χνούδι περιστέρας
Άνοιξη σκόνη μυριόχρωμη
Άνοιξη πίκρισμα του σκίνου
Άνοιξη σουσάμι αόρατο
Άνοιξη αίμα του βολβού
Άνοιξη μούρο αδάγκωτο
Άνοιξη χάσμα της λιποθυμίας
Άνοιξη μήτρα σκοτεινή
Άνοιξη πράξη ακατονόμαστη
Άνοιξη άνοιξη σαλπάροντας
Άνοιξη άνοιξη σημαιοστόλιστη
Άνοιξη “αντίο αντίο παιδιά!”
Οδυσσέας Ελύτης

 

Ασυμβίβαστα

Όλα τα ποιήματά μου για την άνοιξη
ατέλειωτα μένουν.

Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.

Γι’ αυτό αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν’ αποτελειώσω.
Κική Δημουλά
Από τη συλλογή Ερήμην (1958)


Η Άνοιξη στην Ελληνική ποίηση

Σ’ αρέσουν τα άρθρα μας; Ακολούθησε τη σελίδα του LoveLife και στο Facebook.